Ο Μιχάλης Οικονόμου (1888 – 1933) είναι ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ζωγράφους της περιόδου του Μεσοπολέμου.
Γεννήθηκε στον Πειραιά το 1888. Εκδήλωσε από νεαρή ηλικία το ταλέντο του στη ζωγραφική. Πήρε μαθήματα ζωγραφικής από τα νεανικά του χρόνια από τον μεγάλο Έλληνα ζωγράφο Κωνσταντίνο Βολανάκη και το 1906 πήγε στο Παρίσι με σκοπό να σπουδάσει ναυπηγική αλλά αντ’ αυτού γράφτηκε στην σχολή Καλών Τεχνών (Académie des Beaux-Arts).
Η πρώτη του μεγάλη ατομική έκθεση έγινε στο Παρίσι, στην περίφημη γκαλερί Marcel Bernheim το 1913. Τράβηξε αμέσως την προσοχή των κριτικών τέχνης που εντυπωσιάστηκαν με την ιδιαίτερη τεχνική του. Ακολούθησαν και άλλες ατομικές εκθέσεις σε Παρίσι και Λονδίνο και συμμετείχε σε ομαδικές εκθέσεις στη γαλλική πρωτεύουσα, το Λονδίνο και την Αθήνα από το 1913 μέχρι το 1926.
Το 1926 επέστρεψε στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου οργάνωσε την πρώτη ατομική του έκθεση στον «Παρνασσό» , 66 πίνακες με ελληνικά και γαλλικά τοπία. Όλοι ενθουσιάζονται με τη δουλειά του, με το ζωγραφικό του σύμπαν. Το ίδιο συμβαίνει και το 1927 με τη δεύτερη ατομική του έκθεση στον ίδιο χώρο, ακολουθούν άλλες 3 ατομικές εκθέσεις μέχρι το 1931, οπότε και κλείνει ο κύκλος της δημιουργικής του πορείας.
Η βάση και τα ουσιώδη χαρακτηριστικά της τέχνης του είναι το έντονα προσωπικό του ύφος, η σφραγίδα ενός sui generis ταλέντου, ταλέντο το οποίο επιδίωξε να μετατρέψει τον εξωτερικό κόσμο σε εικόνες μια εσωτερικής αλήθειας.
Ο Οικονόμου αντλεί την πλειοψηφία των θεμάτων του από τη φύση. Εμπνέεται είτε από τα τοπία του νότου της Γαλλίας, είτε κυρίως από τα ελληνικά τοπία. Ταπεινά «σπίτια που ονειρεύονται» δίπλα στη θάλασσα, μύλοι, φάροι, παλιές γέφυρες και ακτές, γεμίζουν τους πίνακές του με γήινα χρώματα και ένα λεπταίσθητο φως, ενώ η ανθρώπινη παρουσία είναι διακριτική.
Το ύφος του είναι επηρεασμένο από τη ζωγραφική των Nabis και των Συνθετιστών. Για να φτάσει δε στο επιθυμητό αποτέλεσμα, χρησιμοποιούσε όχι μόνο μουσαμά και χαρτόνι, αλλά και φανέλες, παλιά σεντόνια, ακόμα και μουσαμά κουζίνας.
Διακρίνεται για την αβρότητά του, το λεπτό συναισθηματισμό και την ονειρική ατμόσφαιρα που περικλείει.
Ο Μιχάλης Οικονόμου έμεινε για δεκαετίες στην σκιά αν και η αξία του είναι αναμφισβήτητη. Ακολουθώντας μια μοναχική πορεία, δούλεψε με ένα έντονα προσωπικό ύφος καταθέτοντας έναν σημαίνοντα λόγο για τη ζωγραφική και τη ζωγραφική πράξη αυτή καθαυτή, μέσα από ένα καθαρά ιδιοσυγκρασιακό έργο. Παρά την πυκνή παραγωγή έργων στα 22 χρόνια που ζωγράφισε, έχουμε ελάχιστα στοιχεία και τεκμήρια για τη ζωή και τις δημιουργίες του. Συνέχισε να παρουσιάζει έργα του ως το 1932, οπότε νοσηλεύτηκε στο Δρομοκαΐτειο. Τον Μάιο του επόμενου χρόνου, πέθανε στο Δρομοκαΐτειο, στα 49 του χρόνια. Παρ’ όλο που κατά τη διάρκεια κρίσεων του κατέστρεφε έργα του, έχει διασωθεί σημαντικός αριθμός τους ώστε να έχουμε ολοκληρωμένη εικόνα της συμβολής του στην ιστορία της ελληνικής τέχνης του Μεσοπολέμου, της οποίας αποτελεί έναν από τους πιο σημαντικούς εκπροσώπους.